Η Κύμη

 

Σε απόσταση 2,5 ωρών από την πολύβουη πρωτεύουσα και την ασφυκτική ζωή της απλώνεται, αρμονικά δεμένη με το ειδυλλιακό μεσογειακό περιβάλλον, μια ιστορική γωνιά της Εύβοιας που αντανακλά το εκτυφλωτικό φως του Αιγαίου και αποπνέει το μεθυστικό άρωμα της ελληνικής παράδοσης.

Είναι η Κύμη, “το μπαλκόνι του Αιγαίου”, με την ευρύτερη περιοχή της, που αντιστέκεται στην πολιτιστική αλλοτρίωση της εποχής μας. Τόπος γεωγραφικά ιδιόμορφος, που συνδυάζει το στεριανό με το θαλασσινό στοιχείο, απηχεί τις ιστορικές του περιπέτειες και διατηρεί εμφανή συνοχή και γνησιότητα στο λαϊκό του πολιτισμό: γλώσσα, παραδόσεις, ήθη – έθιμα, δημοτικά τραγούδια, παραδοσιακή ενδυμασία, είδη κεντητικής τέχνης και διακόσμησης, αρχιτεκτονικό ύφος—στοιχεία που αποπνέουν αρχοντιά και ευγένεια.

Η Κύμη είναι πρωτεύουσα της Επαρχίας Καρυστίας του Νομού Εύβοιας και έδρα της Ιεράς Μητροπόλεως Καρυστίας και Σκύρου και αποτελεί, όπως και στο παρελθόν, διοικητικό, εκκλησιασπκό, οικονομικό, εκπαιδευτικό και πολιτιστικό κέντρο της περιοχής. Ο πληθυσμός της ανέρχεται σε 2.888 κατοίκους.
Συνδέεται οδικά με τη Χαλκίδα μέσω τριών κατευθύνσεων: παραλιακής οδού Κύμης – Στομίου Οξυλίθου, της παλιάς επαρχιακής οδού Κύμης – Κονιστρών – Αυλωναρίου και τέλος, μέσω Μετοχιού – Στενής
Επιπλέον επικοινωνεί με τη Σκύρο καθημερινά και τους καλοκαιρινούς μήνες μέσω φερι-μπότ με τις τις άλλες Βόρειες Σποράδες.

Ο επισκέπτης μπορεί ν’ απολαύσει τις φυσικές της ομορφιές: τα καταγάλανα νερά του Αιγαίου, τα σκιερά δάση και τα σπάνια και ενδημικά φυτά της (όπως είναι η Campanula cymaea), να γευτεί τα περίφημα παραδοσιακά γλυκά της — τον μπακλαβά και τα αμυγδαλωτά — μαζί με το φιλόξενο καλωσόρισμα των ευγενών κατοίκων της, να ξεδιψάσει στις δροσερές πηγές της (νερό Χωνευτικού με ιαματικές ιδιότητες στη νεφρική λιθίαση), να περιηγηθεί τα μνημεία της.

Πανάρχαια και πλούσια είναι η ιστορία της περιοχής. Ξεκινά από τους Μυκηναϊκούς ήδη Χρόνους, διατρέχει την Αρχαϊκή και την Κλασική Εποχή, τα Ελληνιστικά και τα Ρωμαϊκά Χρόνια, το Βυζάντιο και τη Λατινοκρατία, το σκοτάδι της Τουρκοκρατίας και την Απελευθέρωση και φτάνει ως τις μέρες μας. Αξιοσημείωτες όμως είναι και οι φυσικές διαδικασίες που έλαβαν χώρα στο απώτατο παρελθόν, όπως οι γεωλογικές ανακατατάξεις που δημιούργησαν τη νεογενή λιγνιτοφόρο λεκάνη της Κύμης, στην οποία απαντάται της μια πλούσια απολιθωμένη πανίδα και χλωρίδα. Στην περιοχή ξεχωρίζει το ηφαιστειακό τόξο που περιλαμβάνει τα ηφαίστεια από τον Οξύλιθο της Κύμης ως τη Θράκη και είναι παράλληλο με το τόξο του Νότιου Αιγαίου (ηφαίστεια Μεθάνων, Θήρας, Νισύρου κ.ά.). Η περιοχή όμως χαρακτηρίζεται από χαμηλή σεισμικότητα.

Στο σπήλαιο Σκοτεινή Θαρουνίων βρέθηκε απολιθωμένο κόκαλο ανθρωποειδούς, που οδηγεί στο συμπέρασμα ότι κατά το Πλειόκαινο κατοίκησε στην Εύβοια ένας ανθρωπόμορφος ημιόρθιος πίθηκος, πρόγονος του Αυστραλοπίθηκου. Από τους προϊστορικούς κιόλας χρόνους κατοικήθηκαν και τα σπήλαια της περιοχής.

Νεολιθικοί οικισμοί ανακαλύφθηκαν στο Αυλωνάρι και τα Θαρούνια. Στην εποχή του Χαλκού και ειδικότερα στην Πρωτοελλαδική Περίοδο (2800-1900 π.Χ.) ανήκει ο οικισμός που ανασκάφτηκε στη Μουρτερή Οχτωνιάς,ενώ στη Μεσοελλαδική Περίοδο (1900-1600 π.Χ.) ανάγονται τα ευρήματα στην κοιλάδα Αυλωναρίου.

Στην Υστεροελλαδική ή Μυκηναϊκή Περίοδο (1600-1100 π.Χ.) το λιμάνι της Κύμης αποτέλεσε πέρασμα ή και καταφύγιο των μινωικών πλοίων, όπως αποδεικνύουν τα χάλκινα μινωικά τάλαντα που βρέθηκαν κοντά σ’ αυτό στις αρχές του αιώνα. Στην περιοχή Κύμης τοποθετείται από ορισμένους μελετητές η ευβοϊκή Οιχαλία, γύρω από την οποία δημιουργήθηκε ο γνωστός επικός κύκλος Όιχαλίας Άλωσις”, που αφηγείται την καταστροφή της πόλης από τον Ηρακλή. Την εποχή αυτή και ειδικότερα το 12ο αιώνα σημειώνεται λόγω της δωρικής καθόδου η έλευση των Αιολέων στην περιοχή. Μια ομάδα απ’ αυτούς πέρασε στη Μ. Ασία και ίδρυσε κοντά στη Σμύρνη την αιολική Κύμη. Μόνιμα όμως θα εγκατασταθούν στο νησί οι Ίωνες που ήλθαν από την Αττική — εξαιτίας της δωρικής επίσης καθόδου – γύρω στα 1160 -1150 π.Χ. Μυκηναϊκά ευρήματα σημειώνονται στο Παλαιόκαστρο Οξυλίθου, στο Αυλωνάρι, στους Ανδρονιάνους. Οι θολωτοί και θαλαμοειδείς τάφοι στην περιοχή Κύμης παραπέμπουν στην παρουσία κάποιου ισχυρού ηγεμονικού οίκου.

Η Κύμη μαζί με τη Χαλκίδα και την Ερέτρια πρωτοστάτησε στο Δεύτερο Αποικισμό. Η Ιστορία της επεφύλαξε την ιδιαίτερη τιμή να διαιωνίσει το όνομά της με την ίδρυση των δύο ο-μώνυμων αποικιών, της μιας στη Μ.Ασία (αιολική Κύμη) και της άλλης στην Κάτω Ιταλία ( Κύμη της Καμπανίας). Τη δεύτερη την ίδρυσε το 754π.Χ. μαζί με τους Χαλκιδείς. Οικιστής των Κυμαίων αποίκων ήταν ο Ιπποκλής. Η Κύμη της Καμπανίας, η αρχαιότερη ελληνική αποικία στη Δύση, μετέδωσε στους ντόπιους το χαλκιδικό αλφάβητο απ’ το οποίο γεννήθηκε το λατινικό.

Το λατινικό αλφάβητο, όπως φαίνεται στις σύγχρονες λατινογενείς γλώσσες, διασώζει οκτώ γράμματα όμοια με τα ευβοϊκά (C,D,F,L,P,R,S,X). Ο μεγάλος Λατίνος ποιητής Βιργίλιος αποθανάτισε στο 3ο βιβλίο της Αινειάδας του την Cumaeam Urbern (πόλη των Κυμαίων) και στο 6ο τη θεόπνευστη μάντιδα, την Cymaeam Sibyllam (Κυμαία Σίβυλλα). Την τελευταία απεικόνισε ο Μιχαήλ Άγγελος στις περίφημες τοιχογραφίες του στην οροφή της Capella Sixtina. Γεωμετρικός οικισμός στην τοποθεσία Βιγλατούρι Οξυλίθου που ήρθε στο φως έχει πάρα πολλές πιθανότητες να ταυτιστεί με την Κύμη της εποχής αυτής. Στην εποχή αυτή του Αποικισμού ανάγονται κατά συνέπεια οι δεσμοί της Κύμης και της υπόλοιπης Εύβοιας με τους Graeci (Γκρέτσοι), τους Ελληνόφωνους της Κάτω Ιταλίας. Το 1983 έγινε η αδελφοποίηση του Δήμου Κύμης με αυτόν του Bacoli.

Από τότε ως τους Νεότερους Χρόνους η παρουσία της πόλης των Κυμαίων δεν είναι αισθητή, γιατί συμμετείχε από το 411 π.Χ. στο Κοινό των Ευβοέων, τη συνομοσπονδία δηλαδή των ευβοϊκών πόλεων. Ακολουθεί επομένως κοινή μοίρα, όσον αφορά τις σχέσεις με την Αθηναϊκή Ηγεμονία, τη Θήβα, τη Μακεδονία, τους Διαδόχους του Μ. Αλεξάνδρου.

Σημαντικός οικισμός και οχύρωση της κλασικής και ελληνιστικής εποχής ανασκάφτηκε στο Καστρί Ποταμίας, που ταυτίζεται με την Κύμη των χρόνων εκείνων. Στη συνέχεια η περιοχή θα περιέλθει στη ρωμαϊκή δικαιοδοσία και αργότερα θα ενταχθεί στο βυζαντινό κράτος.

Το 1204 μ.Χ., μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους, η Εύβοια περιέρχεται στους Λατίνους και χωρίζεται σε τρία τιμάρια, φέουδα. Η περιοχή Κύμης εντάσσεται στο κεντρικό φέουδο και γνωρίζει την εξουσία των dalle Career!,των Ghisi και τελικά των Ενετών. Υπήρξε βέβαια και ένα μικρό διάστημα επανάκτησης της περιοχής από τους Βυζαντινούς επί Μιχαήλ Η’ Παλαιολόγου χάρη στον ιππότη Λικάριο από την Κάρυστο, που ανακατέλαβε το νησί στο όνομα του Βυζαντινού Αυτοκράτορα γύρω στα 1270 -1280 μ.Χ. και κυρίευσε το θρυλικό οχυρό Cuppa, όπου έστησε το βυζαντινό λάβαρο. Μετά το θάνατό του οι Ενετοί ανέκτησαν το νησί. Την εποχή αυτή η περιοχή έχει επίκεντρο το Αυλωνάρι (Αυλώνα, Valonis, Avalone), έδρα στρατιωτικού διοικητή (Capita-neus  Avalone) και επισκόπου με επισκοπικό ναό τον Αγ. Δημήτριο στα Χάνια Αυλωναρίου. Γνωρίζει μάλιστα μεγάλη άνθηση γύρω στα τέλη του 13ου και στις αρχές του 14ου αι. λόγω της αισιοδοξίας του ελληνικού πληθυσμού που δημιουργήθηκε από τα επιτεύγματα του Λικάριου και την παρουσία των βυζαντινών στρατευμάτων.Τα είκοσι πέντε χωριά της περιοχής διέθεταν αγροτικό πλούτο με την παραγωγή σταριού, λαδιού, κρασιού, κεριού, μελιού, μεταξιού. Απομεινάρια της εποχής αυτής είναι τα κάστρα και οι πύργοι που υπήρξαν ή και διασώζονται στα χωριά:

  1. ΑΥΛΩΝΑΡΙ: α. πύργος (Valonis, Αvalone) β. κάστρο (Ποτήρι, Ν.Α. Αυλωναρίου).
  2. ΒΙΤΑΛΟ: πύργος (Σκλίπα)
  3. ΒΡΥΣΗ: κάστρο Δραγγονάρας (Cuppa)
  4. ΓΑΪΑ: Σαρακηνόκαστρο η Αργυρόκαστρο
  5. ΘΑΡΟΥΝΙΑ: πύργος
  6. ΚΑΔΙ: πύργος
  7. ΚΑΛΗΜΕΡΙΑΝΟΙ: Καστροβαλάς (Castrum Valla)
  8. ΚΗΠΟΙ: πύργος
  9. ΚΟΙΛΙ: δύο πύργοι
  10. ΚΟΥΡΟΥΝΙ (ΑΝΩ): πύργος
  11. ΚΥΜΗ: κάστρο Αγ. Γεωργίου (Αποκλείδι)
  12. ΟΧΤΩΝΙΑ: κάστρο (Graspilea)
  13. ΠΥΡΓΙ: πύργος
  14. ΤΡΑΧΗΛΙ: πύργος.

Το φρούριο Καστροβαλάς στους Καλημεριάνους ήταν περιουσία του Λατίνου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως που είχε μεταφέρει την έδρα του στη Χαλκίδα μετά την ανακατάληψη της Πόλης από τους Βυζαντινούς (1261 μ.X.). Μεγάλης καλλιτεχνικής αξίας βυζαντινοί ναοί που κτίσθηκαν την εποχή αυτή και διαθέτουν αξιόλογες τοιχογραφίες. Σταυρεπίστεγοι ναοί: Αγ. Θέκλα του ομώνυμου χωριού (μέσα 13ου – αρχές 14ου αι.), Μεταμόρφωση Πυργίου (1296), Κοίμηση Οξυλίθου (τέλη 13ου αι.), Αγ. Δημήτριος Μακρυχωρίου (1302/3), Αγ. Δημήτριος Αυλωναρίου (1304), Αγ. Νικόλαος Οξυλίθου (1304), Οδηγήτρια Σπηλιών(1311), Αγ.Χαράλαμπος Μονής Λευκών (11ος-12ος αι.), Κοίμηση Μονής Μάντζαρη.

Μονόχωροι καμαροσκέπαστοι ναοί: Αγ. Νικόλαος Πύργου και Αγ. Άννα Οξυλίθου. Το καλοκαίρι του 1470 μ.Χ. οι Τούρκοι υπό την ηγεσία του ίδιου του Μωάμεθ του Πορθητή κατέλαβαν το νησί καταστρέφοντας και το οχυρό Cuppa. Η περιοχή θα γνωρίσει το πυκνό σκοτάδι της τούρκικης σκλαβιάς και τη μάστιγα της πειρατείας.

Την Επανάσταση κηρύσσουν ο Κουμιώτες με επικεφαλής τους ντόπιους οπλαρχηγούς Γιωργάκη Παππά Γεώργιο Γιαννάκη και Δημήτριο Δήμου, τον Ιούνιο του 1821 στο λόφο Ίτζου της Κύμης. Γνωστός Φιλικός του τόπου υπήρξε ο Κονιστριάτης γιατρός Γεώργιος Χρυσοχόος. Η Κύμη προσέφερε στον αγώνα τους καραβοκύρηδες, τους ναύτες και τα πλοία της.

Η πόλη είχε πιθανόν ερημωθεί μετά την εκστρατεία του Μοροζίνη (1688) και επανιδρύθηκε μερικές δεκαετίες αργότερα από ντόπιους· δέχτηκε μάλιστα και τον εποικισμό Κρητικών, Σιφνιών και άλλων που εισήγαγαν την αμπελουργία, τη σηροτροφία και τη ναυτιλία. Οι δραστηριότητες αυτές γνώρισαν μεγάλη ανάπτυξη στην Κύμη το 19ο κυρίως αιώνα. Μετά την επανίδρυση λοιπόν της πόλης κατέβηκαν σ’ αυτήν τεχνίτες από τη Δ. Μακεδονία και την Ήπειρο που την ανοικοδόμησαν και τη διακόσμησαν με ωραία κτήρια (οικίες, ναούς) φτιαγμένα, όπως και τα γεφύρια και οι νερόμυλοι της περιοχής, από την ντόπια πέτρα (Βιτάλου). Αξιόλογα δείγματα της αρχιτεκτονικής αυτής είναι ο ναός της Παναγίας της Λιαουτσάνισσας στην Κύμη και του Αγ. Ιωάννου του Θεολόγου στα Δένδρα, το Γυμνάσιο Κύμης, ο ερειπωμένος πια κυλινδρόμυλος στην Παραλία κ.ά.

Αλλά και η νεοκλασική αρχιτεκτονική στα τέλη του 19ου αι. μπόλιασε την οικιστική όψη του τόπου με νεοκλασικά κτήρια στην Κύμη και τα χωριά μέχρι το Αυλωνάρι. Τα κτήρια αυτά είναι ιδιωτικά και δημόσια: οικίες, διώροφα με κατάστημα κάτω και οικία επάνω, σχολεία με αέτωμα, όπως το Δημοτικό Κύμης— δωρεά Ανδρέα Συγγρού — και του Αυλωναρίου. Σε διώροφα νεοκλασικά στεγάζονται το Λαογραφικό Μουσείο και το Δημαρχείο Κύμης.

Στην ακμή της Κύμης το 19ο αι. συνέβαλε σημαντικά η ναυτιλία. Χαρακτηριστικό της ναυτικής αυτής ανάπτυξης είναι ότι από το 1854 άρχισε να λειτουργεί στην πόλη” Ναυτικό Φροντιστήριο” ως ανώτερη επαγγελματική σχολή. Στη θαλασσινή αυτή παράδοση εντάσσεται σήμερα η παρουσία της Ακαδημίας Εμπορικού Ναυτικού στην Παραλία της Κύμης, που λειτουργεί από το 1957.

Παράλληλα με τη ναυτιλία αναπτύχθηκαν και βιοτεχνικές και αγροτικές δραστηριότητες: σηροτροφία, αμπελουργία, ελαιοπαραγωγή, συκοπαραγωγή. Τα κουμιώτικα μεταξωτά υφάσματα και οι αραχνοΰφαντες μεταξωτές μπόλιες της πωλούνταν σ’ όλα τα χωριά και τις κωμοπόλεις της Αττικής και της Βοιωτίας. Η αμπελουργία γνώρισε μεγάλες στιγμές με το ξακουστό κουμιώτικο κρασί που παραγόταν από τη μαύρη “κουντούρα” και εξαγόταν στα λιμάνια του Εύξεινου Πόντου και της Γαλλίας για το χρωματισμό των δικών τους κρασιών. Τέλος, η περιοχή φημίζεται για την καλή ποιότητα του λαδιού της και για τα ονομαστά σύκα της.

Από το 1853 άρχισε η εκμετάλλευση των λιγνιτών της Κύμης από τους Βαυαρούς, που έδωσαν το όνομα του Όθωνα στην πρώτη στοά, στην περιοχή Καζάρμα. Η εκμετάλλευση, που συνεχίστηκε στη θέση Έτζι, διακόπηκε το 1962 και επαναλήφθηκε το 1986 στη θέση Χαροκόπος, για να διακοπεί και πάλι το 1995.

Ο πλούσιος λαϊκός πολιτισμός του τόπου εκτίθεται στο αξιόλογο Λαογραφικό Μουσείο της Κύμης (έτος ίδρυσης 1981), που αποτελεί ένα από τα καλύτερα στο είδος του περιφερειακά μουσεία της χώρας. Το Μουσείο έχει ως παράρτημα την οικία Χρυσανθόπουλου στον Πύργο. Σ’ αυτό μπορεί κανείς να γνωρίσει από κοντά διάφορες όψεις του οικογενειακού και κοινωνικού βίου του περασμένου αιώνα και των αρχών του 20ου και να θαυμάσει την ενδιαφέρουσα λαϊκή τέχνη, στην οποία σημαντική θέση κατέχει η κουμιώτικη φορεσιά με ρίζες στην αρχαιότητα και το Βυζάντιο και επιδράσεις ευρωπαϊκές (αναγεννησιακές). Ιδιαίτερης μνείας αξίζει και το χαρακτηριστικό κουμιώτικο ιδίωμα, που ανήκει στα νότια ιδιώματα και διασώζει εκτός των άλλων και την αρχαία προφορά των υ, ω, οι ως ου (π.χ. Κούμη < Κύμη).

Αλλά και η νεότερη θρησκευτική ζωή και τέχνη της περιοχής αντιπροσωπεύεται από αξιόλογα μνημεία και πανηγυρικές εκδηλώσεις. Στο Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Αθανασίου, που δεσπόζει επιβλητικός στην πλατεία της Κύμης, φιλοξενείται ο περίφημος Λειτουργικός Επιτάφιος του 14ου αι. που αποτέλεσε κεντρικό έκθεμα στις εκδηλώσεις του 1985: “Αθήνα, Πολιτιστική Πρωτεύουσα της Ευρώπης”. Το ξυλόγλυπτο τέμπλο του (1869) έχει εικονογραφηθεί από τον Ιωάννη Μπασδέκη και τον Παντελέοντα Ζωγράφο. Στο ναό της Παναγίας Λιαουτσάνισσας (1849) που αποτελεί σύνθεση βυζαντινού ρυθμού και βασιλικής, υπάρχει αξιόλογο μαρμάρινο τέμπλο και άμβωνας, φιλοτεχνημένα από τον γνωστό γλύπτη Ιωάννη Χαλεπά, πατέρα του δημιουργού της ΄΄Κοιμωμένης΄΄ Γιαννούλη Χαλεπά. Αγιογραφίες του Κων/νου Αρτέμη, μαθητή των Νικηφ. Λύτρα και Νικ. Γύζη, βρίσκονται στο ναο του Αγ. Παντελεήμονα στο παλιό Δεσποτικού (Μυλωνοπούλειο Ίδρυμα). Στο χώρο αυτό βρίσκεται και ο μικρός ναός του Τιμίου Προδρόμου, έργο του γνωστού αρχιτέκτονα Σωτήρη Μαγιάση (1933), που αποτελεί και το μαυσωλείο του ευεργέτη του Ιδρύματος.

Από τις θρησκευτικές πανηγύρεις ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει αυτή του Δεκαπενταύγουστου με την προσφορά του παραδοσιακού στιφάδου, που τελείται στον Οξύλιθο και τους Καλημεριάνους. Το έθιμο αυτό ξεκίνησε τον προηγούμενο αιώνα στην Κύμη — όπου γνώρισε μεγάλη φήμη — με επίκεντρο το ναό της Παναγίας της Λιαουτσάνισσας. Το 1893 μάλιστα χοροστάτησε στην εορτή ο Άγιος Νεκτάριος, ο οποίος τότε κήρυττε στην Εύβοια. Μετά τη Μικρασιατική Καταστροφή το έθιμο εξέλιπε στην Κύμη, ενώ επιβίωσε στα δύο παραπάνω χωριά. Επίσης με επίκεντρο το ναό του Αγ. Δημητρίου στο Αυλωνάρι τελείται κάθε χρόνο στις αρχές Οκτωβρίου εμποροπανήγυρις, το γνωστό “Παζάρι”.

Γνωστά μοναστήρια της περιοχής με σημαντική ιστορία είναι η Μονή Σωτήρος Κύμης (16ος αι.), η Μονή Μάντζαρη Οξυλίθου (πιθανόν 11ος-12ος αι.) και η Μονή Λευκών Οχτωνιάς (11ος -12ος αι.)·

Άξια τέκνα της Κύμης αναδείχθηκαν ο μεγάλος ευεργέτης της ανθρωπότητας γιατρός Γεώργιος Παπανικολάου (1883-1962), ο ήρωας των Βαλκανικών Πολέμων και ελευθερωτής των Ιωαννίνων ταγματάρχης Ιωάννης Βελισσαρίου (1861-1913), ο διάσημος ζωγράφος και χαράκτης—μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας – Δημήτρης Γαλάνης(1879-1966), ο πρωθιερέας της ελληνικής κοινότητας της Μασσαλίας αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Ζιγαβηνός (1835-1910) που ανέπτυξε πλούσιο συγγραφικό και φιλανθρωπικό έργο, ο αρχιεπίσκοπος Σινά Πορφύριος ο Γ’(1878-1968) και ο γνωστός πεζογράφος Βασίλης Λούλης (1901-1972).
Η προτομή του Γ. Παπανικολάου στολίζει την ομώνυμη κεντρική πλατεία της Κύμης, ενώ κοντά σ’ αυτή βρίσκονται και τα σπίτια όπου γεννήθηκε και έζησε ως τα εφηβικά του χρόνια αντίστοιχα. Ο ανδριάντας του I. Βελισσαρίου έχει στηθεί στο λόφο του Προφήτη Ηλία, σε χώρο διαμορφωμένο από τον αρχιτέκτονα Δημ. Πικιώνη. Εκεί βρίσκεται και ο τάφος του Γρ. Ζιγαβηνού.

Οι πλούσιες λοιπόν φυσικές ομορφιές, τα αρχαία και μεσαιωνικά μνημεία, οι αξιόλογες βυζαντινές και νεότερες εκκλησιές, τα παραδοσιακά και νεοκλασικά κτήρια, η ζωντανή λαϊκή παράδοση και τέχνη, τα παραδοσιακά γλυκίσματα και η ευγένεια των κατοίκων ανταποκρίνονται στις προσδοκίες του επισκέπτη και μπορούν να του χαρίσουν όμορφες, αξέχαστες στιγμές.

Please wait…